Το σπήλαιο έχει ηλικία 100-140 εκατομμυρίων ετών και η ανακάλυψη έγινε το 1922 από την αρχαιολογική σκαπάνη των Ιταλών αρχαιολόγων Alessandro Delia Seta και Doro Levi. Η Σπηλιά άσπρης πέτρας διέθετε ευρήματα από την Προϊστορική έως και τη Ρωμαϊκή εποχή. Βρέθηκαν ακόμα ίχνη παλαιότερης κατοίκησης στο νησί, που χρονολογείται στην Πρώιμη εποχή του Χαλκού (2.900 - 2.100 π.Χ.).
Κατά τις ανασκαφές συλλέχθηκαν επίσης θραύσματα πήλινων νεολιθικών δοχείων, ελλειψοειδείς μυλόπετρες, ένα εγχάρακτο πήλινο δοχείο, λεπίδες και πυρήνες οψιανού (οψιδιανού), αντικείμενα καλλωπισμού και υπολείμματα τροφών. Στη γεωμετρική εποχή η Άσπρης Πέτρας αποτελούσε χώρο λατρείας αγροτικών θεοτήτων, όπως δείχνουν τα ευρήματα και στην ελληνιστική περίοδο λατρεύονται ο Πάνας και οι Νύμφες. Το εσωτερικό του σπηλαίου εξακολουθούσε να είναι χώρος λατρείας και στα ρωμαϊκά χρόνια, όπως υποδεικνύουν τα αναθηματικά λυχναράκια ρωμαϊκής περιόδου.
Το μέρος είναι σχεδόν στην άλλη άκρη του νησιού (αναφορικά με την πόλη της Κω). Ο δρόμος χρειάζεται προσοχή αφού ένα μεγάλο τμήμα της διαδρομής φτάνοντας στο σημείο, είναι χωματόδρομος. Για να φτάσετε στο Σπήλαιο, θα πρέπει να αφήσετε το μεταφορικό σας μέσο στον δρόμο, στους πρόποδες του βουνού, και έπειτα να περπατήσετε μέχρι την κορυφή λίγο περισσότερο από 300 μέτρα (περίπου 15-20 λεπτά). Υπάρχει σχετική σήμανση που υποδεικνύει το σημείο από όπου θα ξεκινήσει το περπάτημα προς την κορυφή.
Απαιτείται ανάλογος υποδηματικός εξοπλισμός (τουλάχιστον αθλητικά παπούτσια) προκειμένου να φτάσετε στο Σπήλαιο καθώς η διαδρομή είναι πετρώδης και δύσκολη, ιδιαίτερα στο τελευταίο τμήμα της πεζοπορίας. Υπάρχει χώρος να σταθμεύεστε στην άκρη και κατά μήκος του δρόμου, στο σημείο από όπου ξεκινάει η πεζοπορία.